Η σημασία της γυμναστικής για την Ψυχική Υγεία
Στη σύγχρονη κοινωνία, μια πληθώρα αιτιών καθιστά τον μέσο άνθρωπο πιο ευάλωτο στην εμφάνιση ψυχικής διαταραχής σε κάποια φάση της ζωής του. Ωστόσο, ελπιδοφόρα αποτελέσματα από πρόσφατες έρευνες και μεταναλύσεις θέτουν τη σωματική δραστηριότητα στο επίκεντρο ως αντίδοτο είναι για την πρόληψη ή/και αντιμετώπιση των ψυχικών νόσων που ελλοχεύουν.
Η στενή σχέση ανάμεσα στη γυμναστική και τη ψυχική υγεία είναι γνωστή τόσο εμπειρικά όσο ερευνητικά εδώ και δεκαετίες. Νέα έρευνα υποδεικνύει ότι η τακτική άσκηση μπορεί όχι μόνο να αντιμετωπίσει την κατάθλιψη, αλλά και να την προλάβει. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να προστατεύσει ένα μεγάλο ποσοστό ατόμων που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο ψυχικών διαταραχών.
Η έρευνα παρακολούθησε 37.000 άτομα, ηλικίας 37-73 ετών, που δεν είχαν προηγουμένως διαγνωστεί με ψυχοσυναισθηματικές διαταραχές, κατά μέσο όρο για ένα διάστημα 7 ετών. Οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν συσκευές καταγραφής της δραστηριότητάς τους. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, στο τέλος της περιόδου παρακολούθησης, περίπου το 3% από αυτούς εμφάνισε συμπτώματα κατάθλιψης ή άγχους.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το ένα τρίτο των περιπτώσεων κατάθλιψης και αγχώδους διαταραχής θα μπορούσε να αποτραπεί μέσω της γυμναστικής.
Η αντικατάσταση 30 λεπτών καθιστικής συμπεριφοράς με μέτριας έντασης σωματική δραστηριότητα ή έντονης άσκησης σχετίζεται με χαμηλότερο κίνδυνο συναισθηματικών διαταραχών. Σύμφωνα με τη μελέτη, το 5,14% των συναισθηματικών διαταραχών θα μπορούσε να έχει προληφθεί αν οι άνθρωποι ακολουθούσαν τουλάχιστον 150 λεπτά μέτριας άσκησης την εβδομάδα όπως άλλωστε ορίζουν και οι οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, και το 18,88% θα μπορούσε να έχει προληφθεί αν επιδίδονταν σε τουλάχιστον 75 λεπτά έντονης σωματικής δραστηριότητας κατά την εβδομάδα.
Επιπλέον, μια εβδομαδιαία άσκηση μέτριας έντασης για 150-300 λεπτά μειώνει τον κίνδυνο αγχώδους διαταραχής ή κατάθλιψης κατά 47%.
Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι η επίτευξη των συνιστώμενων επιπέδων φυσικής άσκησης μπορεί να συμβάλει, πέρα από τη διαχείριση του βάρους, στη μείωση του ρίσκου εμφάνισης ψυχικών διαταραχών, ενώ πρόσθετα οφέλη προκύπτουν με υψηλότερα επίπεδα δραστηριότητας.
Αν και τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά, πρέπει να σημειώσουμε ότι χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για να εξεταστούν άλλοι παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν τη σχέση μεταξύ γυμναστικής και ψυχικής υγείας, όπως οι ψυχολογικοί παράγοντες ικανοποίησης και κοινωνικής συνδεσιμότητας. Συνοψίζοντας, αυτή η μελέτη παρέχει ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της φυσικής δραστηριότητας για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας, τονίζοντας τη σημασία της προώθησης τόσο της μέτριας όσο και της έντονης φυσικής δραστηριότητας ως προσιτό τρόπο πρόληψης.